8212/2023 MΠΘ – ΚΑΤΑΧΡΗΣΤΙΚΟΤΗΤΑ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗΣ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ

Στην υπόθεση αυτή, την οποία χειρίστηκε η εταιρία μας, το δικαστήριο έκρινε ότι η αναγκαστική εκτέλεση που επέσπευδε εταιρία ειδικού σκοπού σε ακίνητο του πελάτη μας ήταν καταχρηστική, ως αντίθετη στις αρχές της καλής πίστης και των χρηστών ηθών και ως εκ τούτου προχώρησε στην ακύρωσή της.
Ειδικότερα, ο ανακόπτων – πελάτης μας, είχε συνάψει σύμβαση επιχειρηματικού δανείου, με σκοπό την ανέγερση πολυώροφης οικοδομής στο πλαίσιο της επαγγελματικής του δραστηριότητας ως εργολάβος. Από την αρχή της συνεργασίας του με το πιστωτικό ίδρυμα υπήρξε απόλυτα συνεργάσιμος δανειολήπτης, προβαίνοντας κατά τα πρώτα δύο έτη της σύμβασης σε πρόωρη εξόφληση μεγάλου μέρους του κεφαλαίου (85% του αρχικού κεφαλαίου), την οποία επετύγχανε μέσω της πώλησης ακινήτων στα πλαίσια της επαγγελματικής του δραστηριότητας.
Από το έτος 2011 περιήλθε σε έλλειψη ρευστότητας λόγω της έκρηξης της γενικότερης οικονομικής κρίσης και ιδίως στον τομέα της οικοδομικής δραστηριότητας. Όμως, παρά την μακροχρόνια κρίση στην αγορά ακινήτων, ποτέ δεν αδιαφόρησε για την τακτοποίηση των οφειλών του, επιδιώκοντας την κατάρτιση τροποποιητικών πράξεων, με τις οποίες του χορηγούνταν περίοδοι χάριτος κεφαλαίου.
Σύμφωνα με την κρίση της απόφασης, η συμπεριφορά του αυτή επέβαλλε στο πιστωτικό ίδρυμα και στη συνέχεια στην εταιρία ειδικού σκοπού που απέκτησε το δάνειο, ενόψει της μακροχρόνιας και σε πνεύμα καλής θέλησης συνεργασίας τους, να επιδείξει καλή πίστη και να ανεχθεί απόκλιση από τα συμφωνηθέντα και εύλογη καθυστέρηση στην εκπλήρωση των υποχρεώσεων αυτών.

Μάλιστα, ο πελάτης μας, ακόμη και μετά την καταγγελία της σύμβασης, με διαρκείς ενέργειες επεδίωκε τη ρύθμιση των οφειλών του, ιδίως με την πώληση ακινήτων του και την καταβολή του τιμήματος προς μείωση αυτών, ενέργεια που απαιτούσε τη συναίνεση της δανείστριας για την άρση των εγγεγραμμένων επί των ακινήτων προσημειώσεων υποθήκης. Ωστόσο η δανείστρια τις περισσότερες φορές είτε δεν ανταποκρινόταν στα αιτήματά του, είτε του έδινε αρνητική απάντηση.
Στα πλαίσια των εν λόγω προσπαθειών απέκτησε στην κυριότητά του το κατάστημα στο οποίο η δανείστρια επέβαλε κατάσχεση, προκειμένου να εγγράψει επί αυτού προσημείωση υποθήκης, αφού συναινέσει στην άρση της προσημείωσης επί της κύριας κατοικίας του, για την οποία υπήρχε υποψήφιος αγοραστής. Όμως, η δανείστρια, αν και αρχικά φαινόταν να επιδεικνύει ενδιαφέρον για την πρόταση αυτή, εντέλει δεν συναίνεσε, προβαίνοντας μετά από λίγο καιρό στην καταγγελία της σύμβασης δανείου.
Περαιτέρω, αν και για χρονικό διάστημα έξι μηνών φαινόταν ότι η δανείστρια εξέταζε σοβαρά τις νέες προτάσεις του πελάτη μας, για πώληση ακίνητης περιουσίας του, κατόπιν συναίνεσης για άρση των εγγραφεισών επί αυτής προσημειώσεων, με την καταβολή του σχετικού τιμήματος και επιπλέον χρηματικών ποσών, προς εξόφληση των οφειλών του, εντέλει τον ενημέρωσε αορίστως και σε αντίθεση με την έως τότε συμπεριφορά της ότι οι προτάσεις του δεν εμπίπτουν στο πλαίσιο της πιστοληπτικής πολιτικής, δίχως να αντιπροτείνει η ίδια έναν άλλο βιώσιμο τρόπο ρύθμισης της οφειλής, επιδίδοντας μάλιστα την ίδια ημέρα κατασχετήριο εις χείρας τρίτων.
Εν τέλει, η δανείστρια, αφού αρνήθηκε και την τελευταία πρόταση του πελάτη μας, για αποδέσμευση ακίνητης περιουσίας του, προκειμένου με το τίμημα να εξοφληθεί μεγάλο μέρος της οφειλής του, επέσπευσε την προκείμενη διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης προβαίνοντας σε κατάσχεση του ελεύθερου βαρών καταστήματος, που απέκτησε στην κυριότητά του προκειμένου να ρυθμίσει την επίμαχη οφειλή του.
Υπό αυτά τα δεδομένα, το δικαστήριο έκρινε, ότι η άσκηση του δικαιώματος της καθής να επισπεύσει την προκείμενη διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης, μετά από μη επαρκώς αιτιολογημένη απόρριψη των προτάσεών του και χωρίς μεγαλύτερο όφελος για την ίδια από αυτό που θα είχε με την αποδοχή της πρότασης του ανακόπτοντος, υπερβαίνει προφανώς τα όρια τα επιβαλλόμενα από την καλή πίστη και τον οικονομικό και κοινωνικό σκοπό του δικαιώματός της, δοθέντος ότι ναι μεν η επίσπευση αναγκαστικής εκτέλεσης από την καθής σε βάρος του ανακόπτοντος ανάγεται στα πλαίσια διαχείρισης της περιουσίας της, για την οποία η ίδια αποφασίζει, ωστόσο προέβη σ’ αυτή χωρίς ιδιαίτερο οικονομικό της όφελος και με ζημία αποκλειστικά του ανακόπτοντος, καθόσον γνωρίζει και η ίδια ότι κατά κανόνα με την ελεύθερη εκποίηση ενός ακινήτου, όπως διακαώς επεδίωκε με διαρκείς ενέργειές του να συμβεί ο ανακόπτων με τα ακίνητα της κυριότητάς του, για να εξοφλήσει με το σχετικό τίμημα την οφειλή του, είναι δυνατή η επίτευξη μεγαλύτερου τιμήματος σε σχέση με την αναγκαστική εκποίηση αυτού μέσω πλειστηριασμού, οπότε με την ελεύθερη εκποίηση μέρους της περιουσίας του ο ανακόπτων θα είχε εξοφλήσει μεγαλύτερο μέρος των οφειλών του και θα ήταν δυνατή με άλλα δεδομένα, επωφελή για αμφότερα τα μέρη, η ρύθμιση του τυχόν υπολοίπου τους.
Σύμφωνα δε με τις αιτιολογίες της απόφασης, η κρίση αυτή περί καταχρηστικότητας ενισχύεται από το γεγονός, ότι γνώριζε ότι ο ανακόπτων είχε ήδη από το έτος 2021 υποβάλει αίτηση για ένταξή του στον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης οφειλών του ν. 4738/2010, με τη σχετική διαδικασία να μην έχει έως σήμερα προχωρήσει χωρίς υπαιτιότητά του, καθώς και από το γεγονός ότι η καθής προέβη στην κατάσχεση του επίδικου ελεύθερου βαρών καταστήματος, παρά το ότι διατηρεί υψηλές εμπράγματες εξασφαλίσεις σε τρία ακόμη ακίνητα αυτού, η αξία των οποίων υπερκαλύπτει την επίδικη απαίτηση
.
Κατόπιν όλων των ανωτέρω, το δικαστήριο προχώρησε στην ακύρωση της προσβαλλόμενης επιταγής προς πληρωμή και έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης.

Η απόφαση είναι δημοσιευμένη στην ΤΝΠ Νόμος.

 

logo enErmou 10 (2nd floor), 546 25 Thessaloniki
  +30 2310 501325, +30 2310 501342
Fax: +30 2310 512998

This website allows the use of cookies, so that we can understand the way you use it and make it more functional.
By using our website you accept the use of cookies as described in our Cookies Policy.