ΠΡΟΪΟΝΤΑ "ΙΔΙΩΤΙΚΗΣ ΕΤΙΚΕΤΑΣ" - ΚΤΗΣΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΣΕ ΔΙΑΚΡΙΤΙΚΟ ΓΝΩΡΙΣΜΑ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ ΜΕ ΤΗΝ ΚΑΘΙΕΡΩΣΗ ΤΟΥ ΣΤΙΣ ΣΥΝΑΛΛΑΓΕΣ
Στην υπόθεση αυτή, την οποία χειρίστηκε η εταιρία μας, το δικαστήριο έκρινε ότι η πελάτισσά μας, η οποία συνιστά επιχείρηση αγοράς και πώλησης καλλυντικών «ιδιωτικής ετικέτας», έχει αποκτήσει νόμιμο δικαίωμα επί διακριτικού γνωρίσματος προϊόντος, σε αντίθεση με τους ισχυρισμούς της αιτούσας - αντιδίκου, η οποία ισχυριζόταν ότι η ίδια είναι δικαιούχος αυτού. Ειδικότερα, έκρινε ότι η πελάτισσά μας έκανε αποκλειστική χρήση του επίμαχου λογοτύπου, τόσο επί των προϊόντων, όσο και στα τιμολόγια πώλησης αυτών, στις σελίδες της στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, στον ιστότοπο διαφημιστικής προβολής των προϊόντων και σε διαφημιστικούς καταλόγους, ενώ προχώρησε και στην καταχώρισή της ίδιας λεκτικής ένδειξης ως όνομα χώρου (domain name), στη διεύθυνση του οποίου λειτουργούσε ηλεκτρονικό κατάστημα. Ακόμη, αποδείχθηκε ότι η πελάτισσά μας επένδυσε σημαντικά χρηματικά ποσά για την προώθηση και καθιέρωση των προϊόντων με το συγκεκριμένο λογότυπο στις συναλλαγές.
Περαιτέρω, κρίθηκε ότι η μεσολάβηση της αντιδίκου για λογαριασμό της πελάτισσά μας (που δεν διαθέτει δικό εργοστάσιο παρασκευής καλλυντικών), αναθέτοντας σε επιχειρήσεις κατασκευής και συσκευασίας καλλυντικών του εξωτερικού την παρασκευή καλλυντικών με το συγκεκριμένο διακριτικό γνώρισμα, και στη συνέχεια μεταπωλώντας αυτά στην πελάτισσά μας προκειμένου να τα διαθέσει στην αγορά για δικό της λογαριασμό, δεν αρκεί για την κτήση δικαιώματος επί του διακριτικού γνωρίσματος των προϊόντων που μεταπωλούσε, δεδομένου ότι δεν ποιούσε η ίδια χρήση του διακριτικού γνωρίσματος στις συναλλαγές. Περαιτέρω, η αντίδικος δεν προέβη σε οποιαδήποτε διαφημιστική δαπάνη για το συγκεκριμένο λογότυπο. Μόνο το γεγονός, ότι στο πλαίσιο της εμπορικής της πολιτικής, αναλάμβανε με δικούς της προστηθέντες υπαλλήλους την παροχή ολοκληρωμένων υπηρεσιών στους πελάτες της, όπως λ.χ. τον σχεδιασμό των διαφημιστικών τους καταλόγων και των σταντ τοποθέτησης των προϊόντων τους, δεν συνεπάγεται την επιβάρυνσή της με έξοδα διαφήμισης, δεδομένου ότι τη δαπάνη για το διαφημιστικό αυτό υλικό, στην οποία είχε υποβληθεί, μετακυλούσε στη συνέχεια στους πελάτες της, πουλώντας τους το παραπάνω διαφημιστικό υλικό.
Έτσι, κρίθηκε ότι, σε αντίθεση με την πελάτισσά μας, η αντίδικος δεν απέκτησε ποτέ δικαίωμα επί του επίμαχου διακριτικού γνωρίσματος, με αποτέλεσμα να απορριφθεί η βασιζόμενη στις διατάξεις των άρθρων. 1 και 13 του ν. 146/1914 αίτηση ασφαλιστικών μέτρων κατά της πελάτισσάς μας.
Η απόφαση με αρ. 3609/2024 είναι δημοσιευμένη στην ΤΠΝ Νόμος.