Δημοσιεύθηκε ο Ν. 4438/2016 για την καλύτερη προστασία των δανειοληπτών στεγαστικών δανείων.
Με τον Ν. 4428/2016 ενσωματώθηκε στο ελληνικό δίκαιο η κοινοτική οδηγία 2014/17/ΕΕ για την στεγαστική πίστη. Η ως άνω οδηγία αποτελεί έναπεραιτέρω βήμα στην προστασία των καταναλωτών μετά την οδηγία 2008/48/ΕΚ για την καταναλωτική πίστη και προσβλέπει στη βελτίωση των μέτρων προστασίας των καταναλωτών, με την καθιέρωση υπεύθυνων πρακτικών δανεισμού σε κοινοτικό επίπεδο. Σημαντικά ζητήματα, όπως η παροχή πληροφόρησης και ενημέρωσης στους καταναλωτές πριν από την σύναψη της σύμβασης, η αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας, η χορήγηση πίστωσης σε ξένο νόμισμα καιη πρόσωρη αποπληρωμή δανείου, ρυθμίζονται πλέον ρητώς.
Συγκεκριμένα, οι καταναλωτές επωφελούνται από την ύπαρξη σαφέστερων πληροφοριών, με τη θέσπιση του τυποποιημένου ευρωπαϊκού δελτίου πληροφοριών, το οποίο θα τους επιτρέπει να κατανοούν καλύτερα τους κινδύνους που συνδέονται με την ενυπόθηκη σύμβαση, καθώς και να συγκρίνουν τις προσφορές και να εντοπίζουν το καλύτερο προϊόν που θα ανταποκρίνεται στις ανάγκες τους και θα έχει την καλύτερη τιμή. Επιπλέον, οι πιο ευάλωτοι καταναλωτές θα προστατεύονται αποτελεσματικότερα από την υπερχρέωση, μέσω πανευρωπαϊκών προτύπων, για την αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας των αιτούντων ενυπόθηκα δάνεια.
Ακόμα, με τις διατάξεις του νέου νόμου προβλέπονται μέτρα για την προστασία του δανειολήπτη στεγαστικού δανείου σε διαφορετικό νόμισμα. Ειδικότερα, ο δανειολήπτης έχει τη δυνατότητα να μετατρέψει το δάνειο που έχει πάρει στο δικό του εθνικό νόμισμα όταν η διακύμανση της συναλλαγματικής ισοτιμίας υπερβαίνει το 20%. Επιπλέον, η τράπεζα υποχρεούται από την πλευρά της να ενημερώσει τον δανειολήπτη για την υπέρβαση του μέγιστου ορίου διακύμανσης της συναλλαγματικής ισοτιμίας.
Περαιτέρω, ρητά προβλέπεται ότι οι όροι που χρησιμοποιούνται από τον πιστωτικό φορέα για τον υπολογισμό του επιτοκίου χορήγησης πρέπει να είναι σαφείς, προσιτοί και επαληθεύσιμοι από τον δανειολήπτη. Όταν το επιτόκιο είναι κυμαινόμενο, η τράπεζα δεν μπορεί να επιβάλλει χρέωση πρόωρης εξόφλησης, ενώ, όταν είναι σταθερό, πρέπει να αιτιολογείται η αποζημίωση που θα λάβει, η οποία δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη των τόκων που θα πλήρωνε ο δανειολήπτης, εάν συνέχιζε την αποπληρωμή του δανείου.
Ακόμα, δεν επιτρέπονται παραπλανητικές διαφημιστικές και εμπορικές ανακοινώσεις σχετικά με συμβάσεις πίστωσης. Απαγορεύονται ιδίως οι διατυπώσεις που ενδέχεται να δημιουργήσουν ψευδείς προσδοκίες στον καταναλωτή όσον αφορά τη διαθεσιμότητα ή το κόστος της πίστωσης.
Περαιτέρω, όταν παρέχεται στον καταναλωτή προσφορά που είναι δεσμευτική για τον πιστωτικό φορέα, αυτή παρέχεται εγγράφως. Μεταξύ της παροχής δεσμευτικής προσφοράς και της σύναψης σύμβασης πίστωσης, μεσολαβεί χρονικό διάστημα μελέτης δέκα (10) ημερολογιακών ημερών ώστε ο καταναλωτής να συγκρίνει τις προσφορές και να αξιολογήσει τις συνέπειές τους προκειμένου να λάβει τεκμηριωμένη απόφαση.
Τέλος, τα συμβαλλόμενα στη σύμβαση πίστωσης μέρη μπορεί να προβλέπουν ρητώς ότι η επιστροφή ή μεταβίβαση της εξασφάλισης ή των εσόδων από την πώληση της εξασφάλισης αρκεί για την αποπληρωμή της πίστωσης. Εξάλλου, αν δεν υπάρχει συμφωνία και μετά τις διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης παραμένει ανεξόφλητο ποσό, ο πιστωτικός φορέας διευκολύνει την αποπληρωμή του λαμβάνοντας υπόψη ιδίως τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης καθώς και την ύπαρξη τυχόν άλλων περιουσιακών στοιχείων.
Για ολόκληρο το κείμενο του νόμου, πατήστε εδώ.
Πηγή: www.vouliwatch.gr